εκτυπώνομαι

εκτυπώνομαι
εκτυπώνομαι, εκτυπώθηκα, εκτυπωμένος βλ. πίν. 4

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κατεκτυπούμαι — κατεκτυποῡμαι, έομαι (Α) εκτυπώνομαι, είμαι αποτυπωμένος, προσκολλημένος στην όψη τού υφάσματος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”